disagree
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | disagree |
γ΄ ενικό ενεστώτα | disagrees |
αόριστος | disagreed |
παθητική μετοχή | disagreed |
ενεργητική μετοχή | disagreeing |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]disagree (en)
- διαφωνώ
- ↪ I disagree and I am right!
- Διαφωνώ και έχω δίκιο!
- ↪ I disagree and I am right!